Ηρακλής Ρεράκης, Καθηγητής Παιδαγωγικής ΑΠΘ,
Πρόεδρος της Πανελλήνιας Ενώσεως Θεολόγων
Η Ηθική είναι ένα νέο μάθημα, που εισάγεται από φέτος στα σχολεία και αφορά σε όσους μαθητές δεν είναι Χριστιανοί Ορθόδοξοι (αλλόθρησκους, ετερόδοξους, άθρησκους, άθεους και αγνωστικιστές, οι οποίοι δικαιούνται να απαλλαχθούν από τη διδασκαλία του ορθόδοξου μαθήματος των Θρησκευτικών.
Οι Έλληνες/νίδες μαθητές/τριες και οι γονείς τους έχουν το δικαίωμα να θρησκεύουν αλλά και να μη θρησκεύουν, να πιστεύουν σε όποιον Θεό θέλουν και να ανήκουν σε όποια θρησκεία θέλουν αλλά και να μη πιστεύουν ή να μην ανήκουν σε κάποια θρησκεία, με βάση το Σύνταγμα, που κατοχυρώνει το δικαίωμα της θρησκευτικής τους ελευθερίας και ανεξιθρησκίας.
Η ολομέλεια του Συμβουλίου της Επικρατείας, με (4) Αποφάσεις της (τα έτη 2018 και 2019) καθόρισε τον χαρακτήρα, τον σκοπό και το περιεχόμενο του μαθήματος των Θρησκευτικών στην Ελλάδα, ακολουθώντας το ελληνικό αλλά και το ευρωπαϊκό δίκαιο.
Έτσι, αποφάσισε ότι, με βάση το άρθρο 16, παρ. 2 του Συντάγματος, στο σχολείο πρέπει να επιδιώκεται η ανάπτυξη της ορθόδοξης χριστιανικής συνείδησης των μαθητών/τριών.
Επειδή η θρησκεία της Ανατολικής Ορθοδόξου Εκκλησίας του Χριστού χαρακτηρίζεται και αναγνωρίζεται ως «επικρατούσα θρησκεία στην Ελλάδα» (άρθρο 3 παρ. 1 του Συντάγματος), λόγω του ότι αποτελεί τη θρησκεία της πλειοψηφίας του ελληνικού λαού, η διδασκαλία του μαθήματος των Θρησκευτικών πρέπει να είναι υποχρεωτική και να απευθύνεται, αποκλειστικά, σε ορθόδοξους/ες χριστιανούς/ές μαθητές/τριες.
Πρέπει, επίσης, περιλαμβάνοντας οπωσδήποτε, με σαφήνεια και πληρότητα, τα δόγματα, τις ηθικές αξίες και τις παραδόσεις της Ανατολικής Ορθοδόξου Εκκλησίας του Χριστού, χωρίς να προκαλεί σύγχυση με τη διδασκαλία άλλων δογμάτων και θρησκειών.
Στην ανάπτυξη, άλλωστε, της θρησκευτικής συνείδησης των ελληνοπαίδων, σύμφωνα με τις αρχές της ορθόδοξης χριστιανικής διδασκαλίας, αποβλέπουν και οι γονείς/κηδεμόνες τους, αντλώντας από το άρθρο 13 του Συντάγματος το δικαίωμα, που κατοχυρώνεται ευθέως και από το άρθρο 2 του Πρώτου Πρόσθετου Πρωτοκόλλου της ΕΣΔΑ, να εξασφαλίζουν τη μόρφωση και την εκπαίδευση των τέκνων τους, σύμφωνα με τις δικές τους θρησκευτικές πεποιθήσεις.
Η διδασκαλία αυτή είναι συμβατή με την απαραβίαστη θρησκευτική ελευθερία (άρθρο 13, παρ. 1 του Συντάγματος), διότι δεν συνιστά επιβολή πίστεως, αφού το μάθημα αυτό απευθύνεται, αποκλειστικά, στους μαθητές και στις μαθήτριες που ασπάζονται το ορθόδοξο χριστιανικό δόγμα. Από αυτήν την Απόφαση του ΣτΕ, για υποχρεωτικότητα της παρακολούθησης των Θρησκευτικών, προέκυψε η εισαγωγή στα σχολεία της Ηθικής.
Συγκεκριμένα, στην Απόφαση αυτή επισημαίνεται ότι ετερόδοξοι/ες, αλλόθρησκοι/ες ή άθεοι/ες μαθητές/τριες, που δεν ασπάζονται τη διδασκαλία της Ορθοδόξου Ανατολικής Εκκλησίας, έχουν δικαίωμα πλήρους απαλλαγής από το μάθημα των Θρησκευτικών, με την υποβολή σχετικής δήλωσης, που γίνεται για λόγους θρησκευτικής συνείδησης.
Η εισαγωγή του μαθήματος της Ηθικής, ως ισότιμου μαθήματος αποφασίστηκε, κυρίως, προκειμένου να αποτραπεί ο κίνδυνος «Ελεύθερης ώρας» για αυτούς/ές τους/τις μαθητές/τριες που απαλλάσσονται για να μην μένουν, δηλαδή, χωρίς διδασκαλία.
Σύμφωνα με τις αρχές του, το μάθημα της Ηθικής, μπορεί να καλύψει τους συγκεκριμένους μαθητές, στην επίτευξη ηθικοκοινωνικών στόχων, αντίστοιχων με αυτούς που επιδιώκονται στο μάθημα των Θρησκευτικών. Έτσι, με βάση όσα προβλέπονται για το μάθημα της Ηθικής, μπορεί να καλλιεργεί τις ικανότητες των μαθητών/τριών να ζουν με ηθικοκοινωνικά κριτήρια.
Στο μάθημα αυτό, επίσης, θα μπορεί να διερευνηθεί η σχέση της ηθικής με την επιστήμη, την τεχνολογία, την ιατρική, τη βιοηθική, την τεχνητή νοημοσύνη, τη γενετική μηχανική, με στόχο, πάντοτε, να καλλιεργείται ένας τρόπος ζωής των συγκεκριμένων μαθητών/τριων, με προτεραιότητα την αυτογνωσία την ψυχική υγεία, την αξιοπρέπεια, την αλληλεγγύη, τη φιλία, τη συναδέλφωση, τις διαχρονικές και παραδοσιακές αξίες, τη μύηση στον ελληνικό πολιτισμό, σύμφωνα, πάντοτε με τις ηλικιακές ιδιαιτερότητες και τα ενδιαφέροντα των μαθητών/τριών.
Το μάθημα της Ηθικής θα διδάσκεται, αντίστοιχα, τις ώρες των Θρησκευτικών, από την Γ΄ Τάξη Δημοτικού έως την Γ’ Λυκείου, ενώ προϋπόθεση δημιουργίας Τμήματος για το μάθημα αυτό είναι να υπάρχουν στο Τμήμα τουλάχιστον 10 μαθητές που έχουν πάρει απαλλαγή από το μάθημα των θρησκευτικών.
Αν είναι λιγότεροι, θα πηγαίνουν να παρακολουθούν άλλο μάθημα σε άλλο Τμήμα της ίδιας τάξης ή θα κάνουν κάποια εκπαιδευτική/ ερευνητική εργασία. Μπορούσε το μάθημα να μην είναι η Ηθική, αλλά η Θρησκειολογία; Πολλοί έσπευσαν να ισχυριστούν ότι το μάθημα που όρισε το ΣτΕ, για τους συγκεκριμένους μαθητές, θα έπρεπε να είναι Θρησκειολογία και όχι Ηθική.
Ωστόσο, οι Θεολόγοι της Πανελλήνιας Ένωσης Θεολόγων (ΠΕΘ), υπέβαλαν τη θέση τους, με αξιοπρόσεκτα και αντικειμενικά επιχειρήματα, τόσο στην Ιερά Σύνοδο της Εκκλησίας της Ελλάδος όσο και στο Υπουργείο Παιδείας, τονίζοντας ότι, ορθά και νόμιμα, ορίστηκε να είναι το μάθημα αυτό η Ηθική και όχι η θρησκειολογία, έχοντας ως κριτήριο τους συγκεκριμένους μαθητές στους οποίους απευθύνεται.
Βασικό επιχείρημα των Θεολόγων της ΠΕΘ είναι ο σεβασμός στην ετερότητα και στη διαφορά των συγκεκριμένων παιδιών και των γονέων τους, καθώς, σύμφωνα με το Σύνταγμα, η θρησκευτική ελευθερία και η ανεξιθρησκία των μαθητών που απαλλάσσονται, είναι απαραβίαστη.
Εφόσον, στην ελληνική παιδεία, σύμφωνα με το Σύνταγμα όλοι οι θρησκευόμενοι (ορθόδοξοι, Ρωμαιοκαθολικοί, Προτεστάντες, Εβραίοι, Μουσουλμάνοι) διδάσκονται, με βάση τη θρησκευτική τους ετερότητα, τη θρησκεία τους, δεν είναι δυνατόν να επιβάλλεται στους άθρησκους, στους άθεους στους αγνωστικιστές, να διδάσκονται θρησκείες.
Για τους λόγους αυτούς το ΣτΕ, όρισε για όλες αυτές τις κατηγορίες να μπορούν να απαλλάσσονται από τα Θρησκευτικά και να διδάσκονται, ένα γενικό και ισότιμο μάθημα, όπως συμβαίνει σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες, το οποίο να μη σχετίζεται με τις θρησκείες αλλά με την Ηθική.
Θα αποτελούσε προκλητική και παράνομη αντίφαση δημοκρατικού ήθους να ζητούν οι θρησκευόμενοι να μπορούν να διδάσκονται τα παιδιά τους τη θρησκεία τους και, έπειτα, να θέλουν να επιβάλουν στους άθρησκους και τους άθεους να διδάσκονται, χωρίς να το θέλουν ή να το ζητούν, θρησκείες!
Και για να μην υπάρχουν σκόπιμες παρεξηγήσεις και παρανοήσεις, υπενθυμίζουμε, στο σημείο αυτό, ότι γονείς, που δήλωναν άθεοι και αγνωστικιστές, είχαν εκφράσει την άρνησή τους να διδαχθούν θρησκείες, προσφεύγοντας στο ΣτΕ κατά του Πολυθρησκειακού - θρησκειολογικού μαθήματος Θρησκευτικών, που είχε εισαχθεί το 2016 επί ΣΥΡΙΖΑ (Φίλη – Γαβρόγλου) και, μάλιστα, ζητώντας απαλλαγή από το μάθημα των θρησκειών!
Φαίνεται, όμως, ότι παρερμηνεύεται ένα ακόμη σημείο της Απόφασης του ΣτΕ, που αναφέρει για εκπαίδευση «θρησκειολογικού» χαρακτήρα. Συγκεκριμένα, το ΣτΕ, στις ανωτέρω αποφάσεις του για το μάθημα των Θρησκευτικών, σημειώνει ότι «η συνταγματική υποχρέωση του Κράτους για την ανάπτυξη της ορθόδοξης χριστιανικής συνείδησης των μαθητών/τριών, δεν εμποδίζει την Πολιτεία να περιλαμβάνει στα σχολικά προγράμματα και εκπαίδευση «θρησκειολογικού» χαρακτήρα με πληροφορίες και γνώσεις για άλλες θρησκείες και δόγματα».
Εδώ, όμως, το ΣτΕ δεν εννοεί, τη δημιουργία θρησκειολογικών μαθημάτων, αλλά, αφενός, μαθήματα θρησκειολογίας στο πλαίσιο του Προγράμματος του μαθήματος των Θρησκευτικών (βλ. Μάθημα Θρησκειολογίας για Γ’ Γυμνασίου και Β’ Λυκείου) και, αφετέρου, τη διδασκαλία του οικείου δόγματος ή της οικείας θρησκείας, όπως ήδη συμβαίνει με τους Ρωμαιοκαθολικούς Εβραίοους και Μουσουλμάνους της Θράκης.
Και αυτό, διότι το Κράτος δεν μπορεί, σύμφωνα με την αρχή της ισότητας, να στερήσει από τους μαθητές και τις μαθήτριες που ασπάζονται ορισμένο δόγμα ή θρησκεία το δικαίωμα, το οποίο αναγνωρίζει σε μαθητές/τριες που ανήκουν σε άλλα δόγματα ή θρησκείες, να διδάσκονται, δηλαδή, αποκλειστικά τα δόγματα της πίστεώς τους.
Έντιμο και νόμιμο, επομένως, είναι, αντίστοιχα, αυτό που αποφάσισε το Υπουργείο Παιδείας, να διδάσκονται, δηλαδή, οι συγκεκριμένοι μαθητές που απαλλάσσονται από τα Θρησκευτικά ένα ουδέτερο, από θρησκευτικής πλευράς, μάθημα «Ηθικής» με ηθικοκοινωνικό στόχο και περιεχόμενο.
Ποιος κλάδος έχει μεγαλύτερη συνάφεια με την Ηθική; Ο κλάδος των Θεολόγων, πιστεύουμε ότι είναι ο πλησιέστερος, επιστημονικά, κλάδος, που θα πρέπει να λάβει την πρώτη Ανάθεση διδασκαλίας, σύμφωνα με το περιεχόμενο των Σπουδών τους και έπονται οι Φιλόλογοι και οι Απόφοιτοι των Κοινωνικών και Ανθρωπιστικών Σπουδών.